Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ανακλαστήρας
- απόδοση: αναφερόμενοι σε εξαρτήματα που ανακλούν φωτεινές ή θερμικές ακτίνες / συσκευή που ανακλά ηλεκτρομαγνητικά κύματα
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’