Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
τραγέλαφος
- απόδοση: ζώο της φαντασίας που συνδυάζει τράγο με ελάφι / μεγαλόσωμο θηλαστικό της Αφρικής / χαρακτηρισμός για παράλογη κατάσταση που επικρατεί πλήρης σύγχυση
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’