Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ευσταθής
- απόδοση: που διατηρεί με σταθερότητα την ισορροπία του / που δεν κλυδωνίζεται ή ανατρέπεται
- γένη: -ής -ής -ές
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’