Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αποφλοίωση - 1
- απόδοση: η ενέργεια του αποφλοιώνω / διαδικασία με την οποία αφαιρείται η φλούδα καρπών
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’