Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εξώθηση
- απόδοση: η ενέργεια & το επακόλουθο αποτέλεσμα του εξωθώ / η προς τα έξω ώθηση / η παρά την θέληση παρακίνηση ατόμου ή ομάδος σε ενέργεια
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
μεθοδεύει απάτη με εξώθηση φιλικών προσώπων