Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
οπαδός
- απόδοση: ο αποδεχόμενος απόψεις ή ιδέες κάποιου που ενεργεί σύμφωνα με αυτές / αυτός που του αρέσει ιδιαιτέρως κάτι
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’