Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αναχωρητήριο
- απόδοση: τόπος διαμονής του αναχωρητή όπου αποσύρεται ευρισκόμενος μακράν της κοινωνίας
- συγγενές: ερημητήριο
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’