Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
διαχειρίσιμος
- απόδοση: ο δυνάμενος να αντιμετωπισθεί ή να ρυθμισθεί με τις κατάλληλες ενέργειες
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’