Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
απαιτητός
- απόδοση: που δικαιούται κάποιος να απαιτήσει ή να διεκδικήσει σύμφωνα με τον προβλεπόμενο νόμο
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’