Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
συλλογικός
- απόδοση: που αφορά ή προέρχεται από οργανωμένη ομάδα ατόμων / ομαδικός
- αντίθετο: ατομικός
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’