Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αποκεφαλισμός
- απόδοση: η ενέργεια του αποκεφαλίζω / καρατόμηση / η παράνομη απομάκρυνση ηγεσίας συλλογικού οργάνου
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’