Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
υποθετικός
- απόδοση: δια του οποίου διατυπώνεται υπόθεση θεωρούμενη ως δεδομένο / που υπάρχει μόνο ως υπόθεση / που θεωρείται πιθανός χωρίς επαρκή στοιχεία αποδείξεως ή τεκμηριώσεως
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’