Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
δίωξη
- απόδοση: ενέργεια που αποσκοπεί στον εντοπισμό & την σύλληψη ατόμου που διέπραξε αδίκημα / ενέργεια κρατικής οντότητος αποβλέπουσα στην ηθική ή υλική βλάβη ατόμου ή συνόλου ήτοι διωγμός
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’