Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
διέγερση
- απόδοση: η ενέργεια & το επακόλουθο αποτέλεσμα του διεγείρω / αντίδραση επί εσωτερικών ή εξωτερικών ερεθισμάτων
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’