Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
υπέρηχος
- απόδοση: υψηλών συχνοτήτων ταλαντώσεις που δεν γίνονται αντιληπτές από το ανθρώπινο αυτί
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
προκειμένου να αποκτήσει εικόνα της καταστάσεως κατέληξε σε υπέρηχο μαστού