Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αναψηλάφηση
- απόδοση: η ενέργεια & το επακόλουθο αποτέλεσμα του αναψηλαφώ / έκτακτο ένδικο μέσο δια του οποίου ζητείται η επανάληψη της εκδίκασης υπόθεσης
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’