Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ανυπολόγιστος
- απόδοση: που είναι τόσο μεγάλος σε αξία / ο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας που είναι δύσκολο να εκτιμηθεί / ο με ιδιαίτερη σημασία & σπουδαιότητα
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’