Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
προτομή
- απόδοση: γλυπτό που αναπαριστάνει την κεφαλή τους ώμους & μέρος του στήθους τιμώμενου προσώπου τοποθετημένη συνήθως σε μαρμάρινη βάση
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’