Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αποχή
- απόδοση: μη συμμετοχή σε ενέργεια ή διαδικασία / αποφυγή από κατάσταση / μη ικανοποίηση επιθυμίας
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’