Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αναμόρφωση
- απόδοση: ριζική αλλαγή δια την βελτίωση θεσμού ή συστήματος / ανάπλαση ή αναδιαρρύθμιση κτισμάτων / βελτίωση αγωγής παραστρατημένου ατόμου
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’