Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ετοιμοπαράδοτος
- απόδοση: που είναι δυνατόν να παραδοθεί αμέσως στον ενδιαφερόμενο αναφερόμενοι κυρίως σε αγαθό ή οικοδομικό έργο
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’