Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
σαρδόνιος
- απόδοση: ο χλευαστικός / ο χαιρέκακος / προκειμένου για σπασμωδική μυϊκή συστολή ομοιάζουσα με γέλιο
- γένη: -ος -α -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’