Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
δερματοστιξία
- απόδοση: χάραξη στο δέρμα ανθρώπου ανεξίτηλης παράστασης ή λέξεων δια της εισαγωγής έγχρωμων ουσιών κάτω της επιδερμίδας
- συγγενές: τατουάζ
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’