Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
μακαριστός
- απόδοση: αναφερόμενοι σε κληρικό που αποβίωσε
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
αναφέρεται πλαγίως στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο