Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ηλικία
- απόδοση: ο χρόνος που διανύθηκε από τη γέννηση έως ορισμένη στιγμή
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
είναι άνω τον ογδόντα αλλά παρά την λ του είναι διαυγής
νεότατος αλλά παρά το νεαρόν της ηλικίας είναι αρκετά σοβαρός
παρά την λ της εξακολουθεί να θέλγει το ανδρικό φύλλο