Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
συνειδητός
- απόδοση: που ενεργεί με πλήρη επίγνωση σκόπιμα & νηφάλια / που έχει πλήρη αντίληψη καταστάσεως / που έχει συναίσθηση υποχρεώσεων καθήκοντος δικαιωμάτων & δεν αρκείται στην τυπικότητα
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’