Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αγκομαχητό
- απόδοση: δυσκολία στην ανάσα / βογκητό / αναστεναγμός / ψυχορράγημα / προκαλούμενος θόρυβος
- συγγενές: αγκομάχημα
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’