Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
κρείσσων
- απόδοση: που έχει μεγαλύτερη σωματική δύναμη / ο με μεγαλυτέρα εξουσία ισχύ δύναμη
- γένη: -ων -ων -ον
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’