Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εσχατολογικός
- απόδοση: ο σχετικός με το τέλος του κόσμου & την μεταθανάτια ζωή
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
εντυπωσίασε το πλήθος των παρευρισκομένων με τον εσχατολογικό λόγο του