Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εξωφρενικός
- απόδοση: ο εξοργιστικός / ο εντελώς παράλογος / ο παράδοξος / ο ιδιαίτερα ασυνήθιστος
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’