Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ενδοστρεφής
- απόδοση: που τον χαρακτηρίζει μερική ή γενικευμένη ενδοστρέφεια
- συγγενές: εσωστρεφής
- γένη: -ής -ής -ές
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’