Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
έφοδος
- απόδοση: ο κατά τις νυκτερινές ώρες συνήθως έλεγχος των φρουρών από αξιωματικό προκειμένου να διαπιστωθεί ή ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’