Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
πρόξενος
- απόδοση: επίσημος αντιπρόσωπος κράτους σε άλλο κράτος επιφορτισμένος κυρίως με την προστασία των συμφερόντων των πολιτών & του κράτους γενικότερα
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’