Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
μονογραφή
- απόδοση: συντετμημένη υπογραφή αποτελούμενη από τα αρχικά γράμματα του ονόματος ή & του επωνύμου κάποιου
- συγγενές: μονογράφηση
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’