Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ασυναρτησία
- απόδοση: απουσία ειρμού κατά τον λόγο / έλλειψη συνέπειας ή οργάνωσης στις πράξεις ατόμου ή ατόμων
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’