Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
μίμηση
- απόδοση: το να κάνει κάποιος αυτό που κάνει κάποιος άλλος / η χρησιμοποίηση κυρίως πνευματικής δημιουργίας ως πρότυπο
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’