Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
μεταρρύθμιση - 2
- απόδοση: η κατά τον 16ο αιώνα θρησκευτική κίνηση στην Δυτική Ευρώπη που είχε αποτέλεσμα την ίδρυση της Προτεσταντικής Εκκλησίας
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’