Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
συχωρεμένος
- απόδοση: ο μακαρίτης / προκειμένου να εκφράσουμε συμπάθεια αναφερόμενοι σε πρόσωπο που δεν ζει / που έλαβε μετά θάνατο συγχώρηση από το Θεό για τα λάθη & τα ατοπήματα που διέπραξε εν ζωή
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’