Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
χάος
- απόδοση: άμορφη ύλη από την οποία δημιουργήθηκε ο κόσμος / το άπειρο διάστημα / έλλειψη τάξεως / πλήρης σύγχυση / γνώση που είναι δύσκολο να κατακτηθεί / ιδιαίτερα μεγάλος κενός χώρος
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’