Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εθνοπροδότης
- απόδοση: που φέρεται ως προδότης του έθνους που ανήκει
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
έρπων λ σιωπηλώς κινούμενος εις βάρος του Έθνους