Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ενεργεί με προσεταιρισμό
- απόδοση: για την εξασφάλιση ευνοϊκής στάσης εκ μέρους κάποιου επί θέματος ή καταστάσεως
- θεματολογία: ‘ Εξέταση & Κριτική Επί Καταστάσεων & Ενεργειών ’
επιδιώκει τον προσεταιρισμό μελών του διοικητικού συμβουλίου προκειμένου να εκμηδενίσει αντιτιθέμενο μέλος