Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
απίστευτο βαθμό > σημείο, σε
- απόδοση: τόσο που δεν γίνεται εύκολα πιστευτό
- θεματολογία: ‘ Εξέταση & Κριτική Επί Καταστάσεων & Ενεργειών ’
παρά τις πατρικές παραινέσεις υπήρξε αμελής φοιτητής σε λ σημείο
φειδωλεύεται δε σε λ βαθμό παρά την οικονομική ευχέρεια που συνοδεύει την αφάνταστα περιορισμένη ζωή του